Η Σπιναλόγκα , το λεπροκομείο της Κρήτης, αποτελεί μια από τις πιο συγκινητικές σελίδες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.
Η ιστορία γίνεται σειρά και μεταφέρεται από τον Οκτώβριο στην ελληνική οθόνη. Το σενάριο υπογράφει η Βικτόρια Χίσλοπ και όλη η υπερπαραγωγή στηρίζεται στο βιβλίο με τον ομώνυμο τίτλο «Το Νησί» που έγινε και best seller σε Ελλάδα, Κύπρο και Αγγλία .
Αναλυτικότερα , η Σπιναλόγκα ήταν το λεπροκομείο που ιδρύθηκε το 1902 από την κυβέρνηση της Κρητικής Πολιτείας εξ αιτίας της έξαρσης της λέπρας εκείνη την εποχή. Ωστόσο, οι πύλες άνοιξαν ένα χρόνο αργότερα και λειτούργησαν μέχρι και το 1957. Χαρακτηριστικό δείγμα του αφιλόξενου περιβάλλοντος και του προδιαγεγραμμένου μέλλοντος των ανθρώπων της Σπιναλόγκας, το γεγονός ότι το Νησί το φρουρούσαν ισοβίτες και βαρυποινίτες. Σύμφωνα με την ιστορία ο τελευταίος κάτοικος του νησιού ήταν ένας ιερέας που παρέμεινε εκεί έως και το 1962 παρ’οτι η Σπιναλόγκα είχε κλείσει επισήμως πέντε χρόνια νωρίτερα. Πιστός στις θρησκευτικές του αντιλήψεις συνέχισε να λειτουργεί ολομόναχος την εκκλησία του νησιού και τρεφόταν από ακρίδες, ρίζες δέντρων και ό,τι φαγώσιμο υπήρχε.
Η ζωή των Χανσενικών στην Σπιναλόγκα ήταν απάνθρωπη και οι συνθήκες διαβίωσης τουλάχιστον εξαθλιωμένες σύμφωνα με μαρτυρίες εκ των έσω. Απόδειξη η δακρύβρεχτη επιστολή το 1950 στις εφημερίδες από τους ανθρώπους του νησιού που κυριολεκτικά επαιτούσαν για τις βασικές ανάγκες, φάρμακα, γιατρούς, τρόφιμα. Καθοριστική σημασία για την πορεία της Σπιναλόγκας έπαιξε η έλευση του Επαμεινώνδα Ρεμουντάκη που τότε ήταν τριτοετής φοιτητής της Νομικής Αθηνών και είχε την ατυχία να νοσήσει.
Το πείσμα και η αποφασιστικότητά του επέφεραν καίριες αλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης των λεπρών. Συγκεκριμένα, τα σπίτια ασβεστώθηκαν, ο περιμετρικός δρόμος άνοιξε, υπηρεσία καθαριότητας συστάθηκε για τους εξωτερικούς χώρους, θέατρο και κινηματογράφος δημιουργήθηκαν ενώ από τα μεγάφωνα του δρόμου ακουγόταν συνεχώς κλασσική μουσική. Η κραυγή αγωνίας των Χανσενικών είχε πλέον αντίκρισμα και οι παραπάνω ενέργειες τόνωσαν την ψυχολογία τους. «Μην μας ξεχνάτε, δώστε μας το δικαίωμα σε μια αξιοπρεπή ζωή» είχε πει ο Ρεμουντάκης .
Η Σπιναλόγκα ξαναζωντάνεψε και η ζωή των κατοίκων είχε πια χρώμα. Οι άνθρωποι ερωτεύονταν, παντρεύονταν και δημιουργούσαν οικογένειες. Αν και το καντήλι αργόσβηνε, εν τούτοις μια ελπίδα αχνόφεγγε. Άλλωστε, στη ζωή δεν έχει σημασία πόσες ανάσες παίρνεις, αλλά πόσες είναι οι στιγμές που σου κόβουν την ανάσα .
Το νησί της Σπιναλόγκας βρίσκεται κοντά στον Άγιο Νικόλαο κι απέναντι από την ευρύτερη περιοχή της Ελούντας. Η Σπιναλόγκα σήμερα είναι αρχαιολογικός χώρος και αποτελεί πόλο έλξης για πολλούς. Θεωρείται από τα πλέον δημοφιλή μέρη στην Κρήτη. Ας ειπωθεί, λοιπόν, πως τόσο ο κοινωνικός αποκλεισμός, όσο και οι κακουχίες και η αρρώστια δεν στάθηκαν ικανά στο να λυγίσουν την θέληση για ζωή αυτών των ανθρώπων. Αυτό πρέπει να αποτελέσει διαχρονικό παράδειγμα καθώς και πηγή έμπνευσης για την σημερινή κοινωνία που βιώνει μια ευρύτερη κοινωνικοπολιτική, οικονομική και αξιακή κρίση.