Έχει κι ένα επίτευγμα η σημερινή δημοσιογραφία.Δίνοντας λόγο σε αμόρφωτους παρουσιάζει την κοινωνική αμάθεια.
Όσκαρ Ουάιλντ

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2015

Τα κάλπη-κα τα όνειρα, τα ωραία, τα μεγάλα...

Θα διακινδυνεύσω να γράψω: τέλος οι εκλογές και οι εκλογικές εκστρατείες για αυτήν την σεζόν και για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, τουλάχιστον μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Και ο πιο στερημένος από προ – εκλογικές διαδικασίες και πολιτικό τηλεοπτικό θέαμα πρέπει να νιώθει “χορτάτος” μετά από δύο βουλευτικές εκλογές και ένα δημοψήφισμα σε διάστημα μίας (1) τηλεοπτικής σεζόν – ήτοι 9 μήνες. Αναφορικά με το σκέλος των εκλογικών διαδικασιών θα επιμείνω πως πρόσκαιρα και εκτός συγκλονιστικού απροόπτου ολοκληρώσαμε έπειτα κι από το τελευταίο ξεκάθαρο αποτέλεσμα. Επειδή, όμως, η ιστορία θα συνεχίσει με τους νικητές να απολαμβάνουν τα επινίκια της διακυβέρνησης και τους ηττημένους την ανάπαυση της αντιπολίτευσης, ανοίξτε την τηλεόραση και προσδεθείτε σε ένα επερχόμενο καταιγιστικό αφηγηματικό υπερθέαμα με δράκους, γίγαντες, νεράιδες και ξωτικά.

Νικητές και ηττημένοι;

Μεγάλη κουβέντα μην πεις, μεγάλη μπουκιά φάε. Ο ισχυρισμός περί νικητή και ηττημένου είναι ολίγον τι υπερφίαλος. Τα ποσοστά είναι – σεβαστά – ποσοστά, αν ελέγξουμε και την ποσόστωση. Γιατί μπορεί να φαίνεται ότι κέρδισε ο ένας (Τσίπρας), άντε και ο δεύτερος μαζί του (Καμμένος), όμως, το πολιτικό σύστημα στο σύνολο του δείχνει ότι υπέστη σημαντική ζημιά. Σχεδόν το ½ του εγγεγραμμένου εκλογικού σώματος απείχε, το 44% δε συμμετείχε στην εκλογική διαδικασία ενώ το 2,5% έριξε άκυρο ή λευκό. Και βέβαια, αυτό ακριβώς το γεγονός μπορεί την επαύριο του εκλογικού αποτελέσματος να ερμηνευτεί ή να παρερμηνευτεί ή ακόμα και να αποσιωπηθεί. Ποιοι ήταν οι λόγοι της αποχής; Αν είχαμε χιούμορ θα μεταφέραμε αυτό το ερώτημα στις μεγάλες δημοσκοπικές εταιρίες που υπερηφανεύονται απολογητικά σήμερα για την εγκυρότητα τους και για την αποτελεσματικότητα των μεθοδολογικών τους εργαλείων στην κατά τα άλλα διαμόρφωση της τάσης των αναποφάσιστων.

Απολιτικ – ισμός ή έντονη πολιτικοποίηση;

Η τάση απομάκρυνσης του εκλογικού σώματος από τις εκλογικές διαδικασίες δεν είναι νέο φαινόμενο, αλλά μάλλον διαρκώς εξελισσόμενο αν λάβουμε υπόψη τα ποσοστά αποχής στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου – 38%, στις βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου – 37% και στις Ευρωεκλογές του 2014 – 40%. Με αποκορύφωμα το 44% αποχής στη χθεσινή εκλογική διαδικασία, έχει ενδιαφέρον να προσεγγίσουμε τα αίτια μίας τέτοιας στάσης. Πρώτα απ' όλα, TINA (There is NO Alternative). Δεν το γράφω εγώ, δεν το γράφει κάποιος blogger της huffington post, δεν το φωνάζει σήμερα η προλαλήσασα Μάργκαρετ Θάτσερ. Το φώναξε ο νικητής ΣΥΡΙΖΑ όταν προσχώρησε στον ρεαλισμό, αφού ναυάγησε το αφήγημα των “σκληρών διαπραγματεύσεων” υπό τη μέγγενη των capital controls ως αποτέλεσμα της αδιέξοδης διαπραγματευτικής πολιτικής και ως μέτρου πίεσης των “άλλων” για κλείσιμο της νέας δανειακής σύμβασης και άρα επέκτασης ενός μη βιώσιμου χρέους. Θα συνεχίζει να το φωνάζει στην πορεία της σύγκρουσης με την ολιγαρχία ή και αυτό το αφήγημα θα καταρρεύσει ως ένα όνειρο θερινής νυκτός; Η ουσία είναι πως μία ισχυρή πλειοψηφία διακρίνει την απουσία του πολιτικού διακυβεύματος. Δεν υπάρχει, πλέον, το περίφημο plan B. Κι αν υπήρχε σοβαρώς, έγινε εκκαθάριση προσώπων και στο συλλογικό φαντασιακό επικράτησε πως το “λόμπι της δραχμής” θα μας οδηγούσε σε άγνωστες και κυρίως επικίνδυνες ατραπούς. Το εκλογικό σώμα είναι συνυφασμένο με την ιδέα της επικράτησης και εφαρμογής του μνημονίου. Ο εκλογικός οργασμός του 2015 πέτυχε τη διάλυση των διλημμάτων και την συνειδητοποίηση της κοινωνίας πως δεν υπάρχει εναλλακτική και δη εύκολη λύση. Και στη φάση που βρίσκεται σήμερα το εκλογικό σώμα, μετά κι απ' την εξαετία λιτότητας, απλώς ελπίζει σε μία πιο ευνοϊκή και φιλολαϊκή μεταχείριση από το κράτος. Το μη χείρον βέλτιστον δηλαδή.

Επιπρόσθετα, αναμφισβήτητο αίτιο αποχής συνιστά η φθορά των μεταπολιτευτικών κομμάτων εξουσίας (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ). Η ταύτισή τους με το αποτυχημένο ευδαιμονικό όραμα – πέραν του lifestyle που εισήχθη στα middle '80s, ένα από τα κύρια slogan του υπήρξε το “είμαστε πλέον στην ΕΟΚ”, “είμαστε Ευρωπαίοι” με ότι αυτές οι εκφράσεις συνεπάγοντο – καθώς και με τις έννοιες διαφθορά και διαπλοκή (πρόκειται για το κουτί της πανδώρας), δημιούργησε την απώλεια της εμπιστοσύνης του εκλογικού σώματος και κατ ' επέκταση τη στροφή σε εναλλακτικές επιλογές. Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειώσουμε πως η αν – επάρκεια των εναλλακτικών επιλογών να πείσουν για την αξιοπιστία και τη χρησιμότητα τους θα διογκώσει μελλοντικά το πρόβλημα της συμμετοχής του εκλογικού σώματος με αποτέλεσμα τη διαρκή πολιτική αστάθεια. Δεν είναι, άλλωστε, δύσκολο να διαγνώσει κανείς την πεποίθηση πως η πλειοψηφία του δυσαρεστημένου εκλογικού σώματος πιστεύει ακράδαντα ότι το πολιτικό σύστημα είναι καθολικά σαθρό. Αυτή ακριβώς η πεποίθηση πηγάζει από δύο τινά: α) την επικοινωνιακή πολιτική ανυπαρξία των αντιπολιτευτικών κομμάτων, β) την εκμετάλλευση της κοινωνικής ανάγκης για “κυνήγι μαγισσών” και για “πάταξη της διαφθοράς” από το νέο κυβερνητικό δίπολο (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ).

Σε τελική ανάλυση, η αδιαφορία του εκλογικού σώματος αποτυπώνεται στην προ – εκλογική επικοινωνιακή προσπάθεια των κομματικών επιτελείων που διακρίνεται από ένα απέραντο trash, χαμηλής αισθητικής και αισθητηριακής ικανότητας, με εμφανή την απουσία καινοτομικής προσέγγισης και με έμφαση στο λαϊκισμό και στο χαβαλέ. Το δίχως άλλο οι προ – εκλογικές διαφημιστικές καμπάνιες απευθύνθηκαν στο εκλογικό ακροατήριο με κύριο γνώμονα την προσοχή και με μέσα πειθούς αρκετά χαμηλής ποιοτικής στάθμης. Σε κάθε περίπτωση, η κύρια αίσθηση της προ – εκλογικής περιόδου φάνηκε να είναι πως “ο πιο φειδωλός θα κερδίσει”. Για άλλη μία φορά, το μη χείρον βέλτιστον.


Το πρόβλημα με την αποχή δεν είναι αν η πλειοψηφία αυτού του εκλογικού σώματος είναι απολιτίκ. Έχει περισσότερο να κάνει με το ότι η πλειοψηφία αυτή αμφισβητεί τη λειτουργία και τη χρησιμότητα των θεσμών. Το κοινό έχει χάσει την εμπιστοσύνη του σε αυτό που λέμε κράτος δικαίου. Η αδιαφορία μπορεί να οδηγήσει σε μία ευρεία νοοτροπία ατομικισμού. Μπορεί, όμως, να λειτουργήσει και αντίστροφα ενεργοποιώντας και κινητοποιώντας τις ομάδες πολιτών με σκοπό την κοινωνική δράση. Εκεί όπου ο κρατικός μηχανισμός στέκεται ανίκανος και αμήχανος και δεν επεμβαίνει με ανθρώπινες λύσεις, έστω προσωρινές. Γιατί εν κατακλείδι, πρέπει να βγούμε από το μίζερο καλούπι των προσωπικών μας προβλημάτων και να δούμε λίγο τι συμβαίνει και στον υπόλοιπο κόσμο. Να δείξουμε έμπρακτο ενδιαφέρον, κατανόηση, αλληλεγγύη. Αυτή θα είναι μία μικρή επανάσταση. Η επανάσταση του αυτονόητου ενδεχομένως.